του Κωστή Τασολάμπρου
«Μόνο η μετακριτική παρέχει σε ένα φιλόσοφο τη τιμή της κριτικής»[1] αναφέρει στην εισαγωγή του βιβλίου «Κριτική της φιλοσοφίας του Μαρκούζε» ο Χάμπερμας. Μια ιδιαίτερα ορθή τοποθέτηση, όταν κάνουμε λόγο για ένα φιλόσοφο όπως ο Μαρκούζε, του οποίου η θεωρητική προσπάθεια κατευθύνθηκε στη δημιουργία νέων εργαλείων για την ανάλυση και την υπέρβαση της καπιταλιστικής κοινωνίας και όχι στην δημιουργία ενός συστήματος καθολικής αποδοχής και αλήθειας.
Τεχνολογία, τεχνική, επιστήμη: τεχνολογικός ορθολογισμός κατά τον Μαρκούζε
Στις σύγχρονες κοινωνίες του 20ου αιώνα (κι ενώ έχει ήδη ξεκινήσει η ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη) ο καπιταλισμός σε όλες του τις μορφές έχει κυριαρχήσει επιβάλλοντας τους δικούς του όρους και κανόνες. Αυτό σημαίνει ότι η καπιταλιστική ιδεολογία και πράξη έχει αναδομήσει την κοινωνία προσαρμόζοντας την στις επιταγές της. Έχει θεσμοποιήσει νέες λειτουργίες, ενώ έχει εξολοθρεύσει κάθε αντίθετη προς αυτήν τάση. Για να το καταφέρει αυτό, όμως, συνέβαλαν πολιτικές και ιστορικές μεταβολές που κέντρισαν τα συγκεντρωτικά αντανακλαστικά της υπάρχουσας κοινωνίας. Ταυτόχρονα, κλονίστηκε και ο άνθρωπος, αφού ο ίδιος αποτελεί μέρος της κοινωνίας και συμβαδίζει με τις κάθε είδους ηθικοκοινωνικές μεταβολές[1]. Έτσι, η ζωτική συνιστώσα της κοινωνίας, ο άνθρωπος, έγινε μονοδιάστατος στα πλαίσια πάντα μιας μονοδιάστατης κοινωνίας.
Για να φθάσει, όμως, εκεί η κοινωνία δημιουργήθηκε ένας νέος προηγμένος τεχνολογικός πολιτισμός που μετέτρεψε άρδην και τη δομή της κοινωνίας. Η παραγωγική διαδικασία αυτοματοποιήθηκε με στόχο την τεχνική τελειοποίηση. Με την σειρά της η τεχνολογία τέθηκε υπό την υπηρεσία του κεφαλαίου προσφέροντας με το αζημίωτο μεγαλύτερη αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα. Συνεπώς, οι εργασιακές σχέσεις μεταβλήθηκαν και αυταρχικοποιήθηκαν. Ο άνθρωπος μετατράπηκε στο μέσο για την επίτευξη του σκοπού που έθεσε ο καπιταλισμός. Έτσι, η βιομηχανοποιημένη κοινωνία είναι μια νέα μορφή κοινωνικού και ατομικού ελέγχου.
Με τις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν στην εργασία ο άνθρωπος δεν μπορεί να υπολογιστεί ξέχωρα από την μηχανοποιημένη διαδικασία[2]. Ο Μαρκούζε σημειώνει ότι «η δύναμη της μηχανής δεν είναι ουσιαστικά παρά η ανθρώπινη συσσωρευμένη και εφαρμοσμένη»[3]. Ο άνθρωπος, δηλαδή, παράγει τα αγαθά που μετέπειτα καλείται να αποκτήσει. Ωστόσο, η αντίφαση γίνεται βαθύτερη αν υπολογισθεί η αναγκαιότητα όλων των αγαθών που αποκτά (ή καλείται να το κάνει) ο άνθρωπος, γιατί από εκεί ξεκινά η αλλοτρίωσή του.
Η τεχνοκρατία και η μηχανοποιημένη θέσμιση της κοινωνίας είναι μέσα της εξουσίας, η οποία διαχειρίζεται κατά το δοκούν τους τεχνικούς και επιστημονικούς μηχανισμούς της βιομηχανοποιημένης κοινωνίας με στόχο τη διατήρηση και την εξάπλωσή της.
Για να το πετύχει αυτό πρέπει να εξασφαλίσει τη συναίνεση του ανθρώπου. Οπότε, μετέτρεψε τους ανθρώπους σε «μάζες» και τις μάζες σε «κοινή γνώμη» συμβάλλοντας σημαντικά στην αλλοτρίωση και στον ετεροκαθορισμό του ατόμου. Στα πλαίσια της ατομικής αλλοτρίωσης περιλαμβάνεται και η δημιουργία ψευδών (ή περιττών) αναγκών.
Σήμερα η κοινωνική θέσμιση είναι αρμοδιότητα του τεχνοκρατικού ολοκληρωτισμού[4] και όσων τον ελέγχουν αδιαφορώντας για τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας και των μελών της. Αντ’αυτού δημιουργούνται πλαστές ανάγκες που προσαρμόζονται στους ήδη κατασκευασμένους θεσμούς.
Ως ψευδείς/πλαστές ανάγκες ο Μαρκούζε ορίζει «αυτές που ιδιαίτερα κοινωνικά συμφέροντα επιβάλλουν στον άνθρωπο»[5]. Αυτομάτως, ο άνθρωπος ικανοποιώντας τες απολαμβάνει μια πρόσκαιρη ψευδοευημερία[6] τόσο αναληθή όσο και η αναγκαιότητά του να τις ικανοποιήσει. Μάλιστα, το άτομο νιώθει ανολοκλήρωτο αν δεν καλύψει τις ανάγκες αυτές, κι αυτό γιατί η διαρκής εντατικοποίηση επιβολής πλαστών αναγκών επιφέρει μια ιδιότυπη ταύτιση ατόμου-αγαθού. «Οι άνθρωποι αναγνωρίζουν τους εαυτούς τους στα εμπορεύματα»[7]. Για να καλύψουν της έλλειψη πραγματικότητας ζωής καταναλώνουν αντικείμενα.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Μαρκούζε, η έννοια «πλαστότητα» των αναγκών δηλώνει μια αντικειμενική και διακριτή ιδιότητα[8]. Και εν τέλει, ο άνθρωπος είναι ο μόνος αρμόδιος για να κατηγοριοποιήσει τις ανάγκες το σε «αληθείς» και «ψευδείς». Στο σημείο αυτό, όμως, υπάρχει ένα εμπόδιο: πώς και μέχρι ποιο βαθμό μπορεί ένα αλλοτριωμένο και ετερόνομο άτομο να καθορίσει τα δικά του κριτήρια[9]. Συνεπώς, προκύπτει η ανάγκη της απελευθέρωσης, αλλά για να συμβεί αυτό είναι απαραίτητη η συνειδητοποίηση της δουλείας. Και όπως προειπώθηκε, η θέληση για ελευθερία εγκλωβίζεται στα στενά πλαίσια κατανάλωσης που θέτουν οι κυριαρχικές τάσεις.
Έτσι, ξεπροβάλλει ένας συνεχώς μεταβλητός ως προς τη μορφή ολοκληρωτισμός. Ο σύγχρονος βιομηχανοποιημένος τρόπος λειτουργίας της κοινωνίας περιορίζει (ή ακόμα και εξαλείφει) κάθε μεταρσίωση του νου και κάθε απελευθερωτική πρόθεση, γι’ αυτό και εκλαμβάνει χαρακτηριστικά ατομικού και κοινωνικού ελέγχου[10].
Κυριαρχία πάνω στην φύση
Ένας σημαντικός παράγοντας στο μετασχηματισμό των δεδομένων είναι η φύση ως «πρωτογενές αντικείμενο της τεχνικής»[11]. Η φύση[12] αποτελεί (ή θα έπρεπε να αποτελεί) σύμμαχο του ανθρώπου στην πάλη για την απελευθέρωση[13] ως μια ιστορική οντότητα[14]. Όπως, όμως, είναι διαμορφωμένα τα πράγματα από την κατεστημένη εξουσία, η φύση έχει μετατραπεί σε μια ακόμη πτυχή του κοινωνικού ελέγχου, αποτελώντας τροχοπέδη στην απελευθέρωση. «Η ειρήνευση έχει σαν απαραίτητη προϋπόθεση την υπερνίκηση της αντίστασης της φύσης που είναι, και παραμένει, το αντικείμενο που αντιστέκεται στο υποκείμενο που ενεργεί»[15]. Ο άνθρωπος δεν μπορεί πλέον να βρει τον εαυτό του στη φύση κι αυτό είναι μια επιπλέον ένδειξη αλλοτρίωσης και υποδούλωσης από την κυριαρχία. Η γενεσιουργός αιτία αυτών έχει κοινωνικοπολιτική απόχρωση και έγκειται στην εκβιομηχανοποιημένη κοινωνία του καπιταλιστικού συστήματος.
Έτσι, από την κυριαρχία της φύσης που οδηγεί στην κυριαρχία του ανθρώπου προκύπτει το ζήτημα της απελευθέρωσης της φύσης που θα συμβάλει στην απελευθέρωση του ανθρώπου[16]. Ο άνθρωπος είναι σε θέση να μετασχηματίσει τη φύση ως ιστορικό και εμπειρικό δεδομένο είτε υποδουλώνοντάς την είτε απελευθερώνοντάς την. Ενώ η εξουσία έχει επιδιώξει το πρώτο, την υποδούλωση, το ζητούμενο είναι ο ιστορικός μετασχηματισμός για την απελευθέρωση της φύσης από «τον πρωτογονισμό της, την ανεπάρκειά της και την τυφλότητά της»[17]. Αυτό δεν σημαίνει να επιστρέψει η κοινωνία στο προ-τεχνολογικό της στάδιο, αλλά να μετασχηματίσει το ρόλο και την έννοια της φύσης και να την επαναφέρει στην αληθινή της διάσταση, η οποία είναι να συνυπάρχει αρμονικά με τον άνθρωπο σε έναν κοινό κόσμο, διατηρώντας την ίδια τεχνολογική γνώση.
[1] Συλλογικό, κριτική της φιλοσοφίας του Μαρκούζε, σελ 5«Με την θεσμοποίησή τους και την ενσωμάτωσή τους στη κοινωνία, οι ελευθερίες και τα δικαιώματα συμμερίστηκαν τη τύχη αυτής της κοινωνίας» (Χ. Μαρκούζε, Ο μονοδιάστατος άνθρωπος, σελ. 33).
[2] Ωστόσο, ο άνθρωπος παραβλέπεται ως προς τη παραγωγικότητα. Στις βιομηχανοποιημένες κοινωνίες αυτό που υπολογίζεται είναι η απόδοση της μηχανής. Αυτομάτως, η εργασία από δημιουργία έγινε αριθμός και υπολογισμοί.
[4] Ερμηνεύοντας τον όρο «ολοκληρωτισμός» ο Μαρκούζε αναφέρει: «Ο ολοκληρωτισμός δεν είναι μόνο μια ορισμένη μορφή κυβέρνησης ή κόμματος. Είναι ακόμα κι ένα ειδικό σύστημα παραγωγής και διανομής» (Χ.Μαρκούζε, Ο μονοδιάστατος άνθρωπος, σελ. 35).
[6] Μια «ευφορία μέσα στη δυστυχία», σημειώνει ο Μαρκούζε (Χ. Μαρκούζε, Ο μονοδιάστατος άνθρωπος, σελ. 36).
[7] Χ. Μαρκούζε, Ο μονοδιάστατος άνθρωπος, σελ. 39.
[9] «Όσο δεν έχουν καμία αυτονομία, όσο είναι ετερόφωτα κι ετεροκαθοριζόμενα, η απάντηση που θα δίνουν δεν θα μπορεί να θεωρηθεί σαν δική τους» (Χ. Μαρκούζε, Ο μονοδιάστατος άνθρωπος, σελ. 37).
[10] «Ο κοινωνικός έλεγχος γέννησε την ακατάπαυστη ανάγκη να παράγεται και να καταναλώνεται το περιττό, την ανάγκη της αποκτηνωτικής δουλειάς που δεν είναι πραγματικά αναγκαία» (Χ. Μαρκούζε, Ο μονοδιάστατος άνθρωπος, σελ. 38).
[12] Να σημειωθεί εδώ ότι ο Μαρκούζε αναφέρεται α) στην ανθρώπινη φύση (στις «πρωταρχικές παρορμήσεις και αισθήσεις του ανθρώπου») και β) στην εξωτερική φύση (στο «υπαρξιακό περιβάλλον του ανθρώπου»).
[13] «Υπάρχουν δυνάμεις στη φύση […] που θα μπορούσαν να ενισχύσουν και να προάγουν την απελευθέρωση του ανθρώπου» (Χ. Μαρκούζε, Αντεπανάσταση και εξέγερση, σελ. 65).
[14] «Η φύση είναι τμήμα της ιστορίας, ένα αντικείμενο της ιστορίας» (Χ. Μαρκούζε, Αντεπανάσταση και Εξέγερση, σελ. 60).
[16] Την εν λόγω σύνδεση απελευθέρωσης φύσης-ανθρώπου την έχει εκφράσει, σύμφωνα με τον Μαρκούζε, το ριζοσπαστικό οικολογικό κίνημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου